Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

Ο κύκλος του 99 από το βιβλίο του Αργεντινού Χόρχε Μπουκάι: «Να σου πω μια Ιστορία» διασκευή – επιμέλεια παρουσίασης κειμένου Γιάννης Φρύδας

Ο κύκλος του 99 από το βιβλίο του Αργεντινού Χόρχε Μπουκάι: «Να σου πω μια Ιστορία» διασκευή – επιμέλεια παρουσίασης κειμένου Γιάννης Φρύδας Ζούσε κάποτε, πριν πολλά χρόνια, ένας βασιλιάς πολύ θλιμμένος, που είχε έναν υπηρέτη χαρούμενο και αισιόδοξο. Κάθε πρωί ξυπνούσε τον βασιλιά, πηγαίνοντάς του το πρόγευμα, τραγουδούσε χαρούμενα στιχάκια, του έκανε αστείους μορφασμούς. Στο κεφάτο πρόσωπό του υπήρχε πάντα ένα μεγάλο φωτεινό χαμόγελο, αλλά και όλη του η ζωή ήταν ήρεμη και ευτυχισμένη. Κάποια μέρα ο βασιλιάς δεν άντεξε και τον ρώτησε: ─ Ποιο είναι το μυστικό σου; ─ Ποιο μυστικό, Μεγαλειότατε; ─ Μην κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις… Ποιό είναι το μυστικό της χαράς σου; Λέγε γρήγορα! ─ Μα δεν υπάρχει μυστικό, Μεγαλειότατε. ─ Πώς τολμάς να λες ψέματα σ’ εμένα; Έχω κόψει κεφάλια για πολύ μικρότερες προσβολές, από ένα ψέμα. ─ Πιστέψτε με, Μεγαλειότατε, σας παρακαλώ, δε σας κρύβω τίποτα. Δεν υπάρχει κανένα μυστικό. ─ Και πώς τα καταφέρνεις, βρε ανόητε, και είσαι όλη τη μέρα τόσο κεφάτος; Σε έχω παρακολουθήσει, σε βλέπω. Όλο χα χα χου και αστεία είσαι. ─ Μα, Μεγαλειότατε, η ζωή ήταν τόσο γενναιόδωρη μαζί μου. Η Λαμπροσύνη σας με τιμά και με έχει στην υπηρεσία της. Με τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου μένουμε σ’ ένα ωραίο σπίτι που μας παραχώρησε το παλάτι. Μας προσφέρετε ρούχα και τροφή για όλους μας, δωρεάν εκπαίδευση στα παιδιά μου, επιπλέον δε, η Μεγαλειότητά σας μου πληρώνει και ένα μικρό μηνιαίο επίδομα, που ικανοποιεί τις μικροεπιθυμίες μας. Πώς να μην είμαι ευτυχισμένος; ─ Άκου, ηλίθιες δικαιολογίες έχω χορτάσει από τους συμβούλους μου. Αν δε μου πεις το μυστικό της χαράς σου, η υπομονή μου θα εξαντληθεί και μαζί της και το κεφάλι στους ώμους σου. Είναι αδύνατον να είναι κάποιος ευτυχισμένος με αυτά που μου παρέθεσες. ─ Μα, βασιλιά μου, σας παρακαλώ, πιστέψτε με! Δε σας κρύβω κάτι. Πώς θα μπορούσα άλλωστε; Δεν υπάρχει μυστικό. ─ Χάσου από μπροστά μου, ηλίθιε, πριν φωνάξω τον δήμιο! Γελοίε! Καραγκιόζη! Ο υπηρέτης χαμογέλασε, έκανε μια βαθειά υπόκλιση και βγήκε από το δωμάτιο.
Τον βασιλιά, όμως, δεν τον χωρούσε ο τόπος. Του φαινόταν τόσο παράλογο ο βαλές του να είναι τόσο ευτυχισμένος, ζώντας σε δανεικό σπίτι, τρώγοντας από τα περισσεύματα των αυλικών, φορώντας ρούχα από δεύτερο χέρι. Αφού κατάφερε κάπως να ηρεμήσει, φώναξε τον πιο σοφό σύμβουλό του και του διηγήθηκε τη συζήτηση και την απορία του. ─ Πες μου, γέροντα, γιατί ο άνθρωπος αυτός είναι ευτυχισμένος; ─ Α, Μεγαλειότατε, επειδή προφανώς βρίσκεται έξω από τον κύκλο. ─ Έξω από πού; ─ Μα, από τον κύκλο. ─ Γι’ αυτό είναι ευτυχισμένος; ─ Όχι, Μεγαλειότατε, γι αυτό δεν είναι δυστυχισμένος. ─ Δεν καταλαβαίνω, γέροντα. Δηλαδή, όποιος είναι στον κύκλο, είναι δυστυχής; Εγώ είμαι δυστυχής, διότι είμαι μέσα στον κύκλο; ─ Ακριβώς, βασιλιά μου. ─ Και πώς βγήκε; ─ Δεν μπήκε ποτέ. ─ Βάλθηκες να με τρελάνεις κι εσύ, γέροντα; Τι στην οργή κύκλος είναι αυτός και γιατί μας προκαλεί θλίψη; ─ Είναι ο κύκλος του ενενήντα εννέα. ─ Και πώς λειτουργεί αυτός ο διαολόκυκλος; ─ Μεγαλειότατε, είναι δύσκολο να σας τον εξηγήσω με λόγια, μπορώ όμως να σας τον δείξω στην πράξη. ─ Δηλαδή, τι θα κάνεις; ─ Αν μου επιτρέψετε, θα βάλω τον υπηρέτη σας στον κύκλο. ─ Πώς δηλαδή, θα τον σπρώξεις; είπε ο βασιλιάς κοροϊδευτικά. ─ Δε θα χρειαστεί, βασιλιά μου. Αν βρει την ευκαιρία, θα μπει μόνος του. ─ Και καλά, όταν μπει δε θα δει ότι αυτό τον έκανε δυστυχισμένο, ώστε να βγει κατευθείαν; ─ Θα το αντιληφθεί, αλλά δε θα θέλει να φύγει. ─ Δηλαδή, μου λες ότι θα καταλάβει πως αν μπει στον κύκλο θα δυστυχήσει, αλλά παρ’ όλα αυτά θα μπει οικιοθελώς και δεν πρόκειται να ξαναβγεί. ─ Ακριβώς, Μεγαλειότατε. Κανένας δε θέλει να βγει από τον κύκλο του ενενήντα εννέα. Όσο και αν τον κάνει δυστυχισμένο. Θα μάθεις, λοιπόν, πώς λειτουργεί ο κύκλος, αλλά εσύ θα χάσεις έναν εξαίρετο υπηρέτη και το παλάτι έναν χαρούμενο άνθρωπο. ─ Δε με νοιάζει. Τι πρέπει να κάνουμε; Πότε ξεκινάμε; ─ Σήμερα το βράδυ, βασιλιά μου. Θα περάσω να σε πάρω. Θα έχεις ετοιμάσει ένα σακί με ενενήντα εννέα φλουριά. Ούτε ένα περισσότερο ούτε ένα λιγότερο. ─ Πράγματι, τη νύχτα ο σοφός πέρασε να πάρει τον βασιλιά. Πήγαν μαζί στο σπιτάκι του υπηρέτη, στην άκρη της αυλής του παλατιού, κρύφτηκαν και περίμεναν να ξημερώσει. Μόλις αχνοφέγγισε και άναψε στο δωμάτιο ένα κερί, ο σοφός έβαλε στο σακούλι ένα μήνυμα που έλεγε: Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΣΑΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΑΠΟΛΑΥΣΕ ΤΟΝ! ΜΗΝ ΠΕΙΣ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΠΩΣ ΤΟΝ ΒΡΗΚΕΣ! Έδεσε το σακί στην πόρτα του υπηρέτη, χτύπησε δύο φορές και έτρεξε να ξανακρυφτεί. Όταν ο υπηρέτης βγήκε ξαφνιασμένος, ο βασιλιάς παρακολουθούσε πίσω από έναν θάμνο. Τον είδε να διαβάζει το μήνυμα και να ανοίγει το πουγκί. Είδε την έκπληξη στο πρόσωπό του, τον αρχικό φόβο, την καχύποπτη ερευνητική ματιά μήπως ήταν κανένας τριγύρω. Τον είδε να σφίγγει το πουγκί στην αγκαλιά του, να ανοίγει το πουκάμισο και να το βάζει στο στήθος του, να χώνεται γρήγορα σπίτι του. Μόλις άκουσαν την κλειδαριά να διπλοαμπαρώνει, ο βασιλιάς με τον σοφό πλησίασαν στο παράθυρο για να κατασκοπεύσουν. Ο υπηρέτης είχε ρίξει στο πάτωμα τα πιατικά που ήσαν στο τραπέζι, αφήνοντας μόνο το κερί. Καθισμένος σε μια καρέκλα άδειαζε το περιεχόμενο. Τα μάτια του ήταν γουρλωμένα, κόντευαν να βγουν έξω από τις κόγχες. Ήταν φανερό, δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Ένα βουνό από χρυσά φλουριά. Ένας θησαυρός. Όλος δικός του. Αυτός που δεν είχε ποτέ ως τώρα στη ζωή ακουμπήσει έστω ένα χρυσό φλουρί, τώρα είχε ένα μικρό βουνό από αυτά. Δικά του. Άρχισε να τα χαζεύει και να τα κάνει στοίβες. Τα κοίταζε πώς άστραφταν στο φως του κεριού και χαζογελούσε. Τα συγκέντρωνε, τα σκόρπιζε, για να ακούει το κουδούνισμά τους. Και όλο χαμογελούσε. Παίζοντας άρχισε να τοποθετεί σε στοίβες των δέκα. Μια δεκάδα, δύο δεκάδες, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι… Ταυτόχρονα έκανε και το άθροισμα. Πενήντα, εξήντα, εβδομήντα, ογδόντα, ενενήντα, εκατ… πού είναι το τελευταίο; Ξαναμετρά μία - μία τις στοίβες να βρει το λάθος, τίποτα. Τα στήνει σε κολώνες, τη μία δίπλα στην άλλη, μήπως κάποια προεξέχει… Τίποτα… Η τελευταία κολώνα ελλειμματική. Μόνο εννέα φλουριά. Κοιτάζει ερευνητικά το τραπέζι, σηκώνει το κερί, γυρίζει το μέσα έξω στο σακούλι… Τίποτα… Γονατίζει και αρχίζει να ψάχνει στο πάτωμα. Δεν μπορεί τα φλουριά ΕΠΡΕΠΕ να είναι εκατό… ─ Δεν είναι δυνατόν, μονολογούσε όσο έψαχνε. Κάπου πρέπει να μου έπεσε... κάπου πρέπει να είναι. Με λήστεψαν! Αλήτες! Κερατάδες! Με κλέψανε… Γονατισμένος κοιτούσε πάνω στο τραπέζι, έβλεπε τις κολώνες με τα φλουριά και αισθανόταν πως κάτι του είχε διαφύγει. Δεν μπορεί, κάπου έκανε λάθος. Αδύνατον η μία κολώνα να είναι κουτσή. Αλλά το φλουρί που έλειπε, πουθενά. Τελικά, σαν να το πήρε απόφαση. Ενενήντα εννέα φλουριά είναι πολλά λεφτά, συλλογίστηκε. Μπορώ να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου σαν άρχοντας... συνέχισε. Αλλά δεν είναι στρογγυλός αριθμός... Το εκατό, μάλιστα, είναι στρογγυλός αριθμός. Τώρα μου λείπει ένα. Ο βασιλιάς και ο σοφός σύμβουλος κοιτούσαν από το παράθυρο. Το πρόσωπο του υπηρέτη δεν ήταν το ίδιο. Ήταν σκεπτικός, σκυθρωπός με χείλη στενά, τραβηγμένα. Με μάτια μισόκλειστα έξυνε το κεφάλι του. Κάτι σκεφτόταν. Μάζεψε τα φλουριά στο σακούλι και κοιτάζοντας καχύποπτα ολόγυρα, το έκρυψε προσεκτικά, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε πίσω από έναν σωρό καυσόξυλα. Ύστερα πήρε χαρτί και μολύβι και κάθισε να κάνει λογαριασμούς. Πόσον καιρό πρέπει να κάνω οικονομίες, ώστε να αποκτήσω και το εκατοστό φλουρί; Ο υπηρέτης μιλούσε μόνος, παραμιλούσε ασυναίσθητα. Θα βρω και δεύτερη δουλειά, θα δουλέψω σκληρά για ένα διάστημα, μέχρι να το κερδίσω. Μετά, όμως, μεγάλε... άραγμα. Ναι, με εκατό φλουριά, μπορεί ένας άνθρωπος να μη δουλεύει. Μπορεί να ζει δίχως σκοτούρες. Είσαι πλούσιος! Είσαι άρχοντας! Δεν υπάρχει λόγος να δουλεύεις αγόρι μου! Τελείωσε τους υπολογισμούς του. Αν δούλευε σκληρά κι έβαζε στην άκρη όλο το μηνιάτικό του και ό,τι έξτρα χρήματα έπαιρνε, σε πέντε το πολύ έξι χρόνια θα μπορούσε να αγοράσει ένα χρυσό φλουρί. ─ Έξι χρόνια είναι πάρα πολλά, μονολόγησε. Θα μπορούσα, όμως, να βάλω και τη γυναίκα μου να δουλέψει. Κάποια δουλειά θα βρει να κάνει στην πολιτεία. Θα μπορούσε να καθαρίζει σπίτια. Αλλά κι εγώ, πέντε η ώρα τελειώνω από το παλάτι. Μπορώ να κάνω τον βοηθό σε κανέναν μάστορα, δυο - τρεις ώρες μέχρι να νυχτώσει. Ξαναπιάνει το μολύβι και αρχίζει πάλι τους υπολογισμούς. Με την έξτρα δουλειά τη δική του και τη συνεισφορά της γυναίκας του, θα μάζευε τα χρήματα για το φλουρί σε τρία χρόνια. Εξακολουθούσε να είναι πολύς, πολύς καιρός… Ίσως, θα μπορούσαμε να κάνουμε και κάποιες οικονομίες. Να πουλήσουμε, ας πούμε, λίγο από το φαγητό. Έτσι κι αλλιώς, το πολύ φαΐ κακό κάνει. Άσε, που μια και είναι τζάμπα, το ’χουμε παρακάνει. Και τα χειμωνιάτικα παπούτσια. Τι χρειάζονται; Μπαίνει η Άνοιξη. Έρχονται ζέστες. Και τα επανωφόρια μπορώ να τα πουλήσω. Να πουλήσω... Να πουλήσω... Πρέπει να γίνουν θυσίες. Άλλωστε, θα πιάσουν τόπο. Σε δύο χρονάκια το πολύ θα αγοράσουμε το φλουρί που μας λείπει και μετά... ποιος μας πιάνει μετά! Θα είμαστε πλούσιοι. Ό,τι μας γυαλίζει θα το αγοράζουμε. Αυτό είναι. Δύο χρόνια στο τούνελ και μετά... Ο βασιλιάς και ο σύμβουλος γύρισαν στο παλάτι. Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννέα. Τους μήνες που ακολούθησαν, ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδια που είχε αποφασίσει εκείνο το πρωινό. Δούλευε πολύ, κουραζόταν, κακοκοιμόταν, αλλά επέμενε στην απόφασή του. Ένα πρωί, μπήκε με το πρωινό στο δωμάτιο του βασιλιά, αργός, κακόκεφος, αμίλητος, όπως συνήθιζε τελευταία. ─ Μα καλά, τι έπαθες εσύ, ρωτά τάχα ανήξερος ο βασιλιάς. ─ Μια χαρά είμαι, Μεγαλειότατε. Θέλετε τίποτε άλλο; ─ Μέρες έχω να σ’ ακούσω να τραγουδάς. Σου συμβαίνει κάτι; ─ Αν δεν κάνω λάθος, η δουλειά μου είναι να σας σερβίρω και να σας βοηθώ να ντυθείτε. Δεν κάνω τη δουλειά μου; Την κάνω και μάλιστα άψογα, συνέχισε. Δε με προσλάβατε για γελωτοποιό ούτε για τραγουδιστή. Μετά από μερικούς μήνες, ο βασιλιάς έδιωξε τον υπηρέτη από το παλάτι. Δεν είναι ευχάριστο να περιβάλλεσαι από κακόκεφους, μουρτζούφληδες υπαλλήλους... Ο ασπρομάλλης ψυχαναλυτής έκανε μια παύση και κοίταξε προσεκτικά τον ασθενή του. Προσπάθησε να διαβάσει τα συναισθήματα από την ιστορία στο πρόσωπό του. Ανακάθισε στην πολυθρόνα του, πήρε το ποτήρι δίπλα του και ρούφηξε μια μεγάλη γουλιά σάκε. Καθάρισε τη φωνή του και συνέχισε: Βλέπεις, Ντεμιάν, εσύ, εγώ και όλοι μας έχουμε εκπαιδευτεί σ’ αυτή την ηλίθια ιδεολογία. Πάντοτε κάτι μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι, και δυστυχώς μόνο αν είσαι ικανοποιημένος, μπορείς να απολαύσεις όσα έχεις. Γι’ αυτό μάθαμε πως τάχα η ευτυχία θα έρθει όταν ολοκληρώσουμε αυτό που μας λείπει… Και επειδή πάντα κάτι λείπει, ξαναγυρίζουμε στην αρχή και δεν απολαμβάνουμε ποτέ τη ζωή… Τι θα συνέβαινε όμως, αν η φώτιση ερχόταν στις ζωές μας και αντιλαμβανόμασταν, έτσι ξαφνικά, ότι τα ενενήντα εννιά φλουριά μας είναι το 100% του θησαυρού; Ότι δε μας λείπει τίποτα, κανένας δε μας έκλεψε τίποτα, το εκατό δεν είναι καθόλου πιο στρογγυλός αριθμός από το ενενήντα εννιά; Ότι αυτό, είναι μόνο μια παγίδα, ένα καρότο που έβαλαν μπροστά μας, για να είμαστε βλάκες, για να σέρνουμε το κάρο, κουρασμένοι, κακόκεφοι, δυστυχείς και συμβιβασμένοι; Μια παγίδα για να μη σταματήσουμε ποτέ να σπρώχνουμε και να μείνουν όλα όπως έχουν. Αιωνίως τα ίδια. Πόσα θα άλλαζαν αν μπορούσαμε να απολαύσουμε τους θησαυρούς μας, έτσι ακριβώς όπως είναι… Έτσι ακριβώς όπως τους κατέχουμε… Προσοχή, όμως, Ντεμιάν! Το να παραδεχτείς ότι το ενενήντα εννιά είναι ο θησαυρός, δε σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψεις τους στόχους σου. Δε σημαίνει άραγμα, συμβιβασμός με οτιδήποτε. Γιατί άλλο το να παραδέχεσαι κι άλλο το να συμβιβάζεσαι. Αυτό όμως, είναι σε άλλο παραμύθι.

Τελευταίο Καφενείο Καλά τα λέει ο Γιάννης μας, μα δεν τ’ ακούει η χώρα. (παροιμία)

Τελευταίο Καφενείο Καλά τα λέει ο Γιάννης μας, μα δεν τ’ ακούει η χώρα. (παροιμία) Γράφει ο Γιάννης Φρύδας ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ 99 99 Καφενεία Όσα κόβει ο λύκος!... Κατά την παράδοση, αν μπει ο λύκος στο κοπάδι, μπορεί να θανατώσει έως και 99 πρόβατα. Άμα φτάσει τα 100, λένε ότι σκάζει. Θα πεις, ξέρει ο λύκος να μετράει; Αν ήξερε, θα γινόταν λογιστής ή εφοριακός και δε θα καθόταν να μαλώνει με τα τσοπανόσκυλα και να μαζεύει κατάρες κι αναθέματα απ’ τους κτηνοτρόφους. Το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για το πιο αιμοβόρο ζώο, μετά τους εφοριακούς εννοείται. Διότι ο λύκος μπορεί να σου αφανίσει το κοπάδι, αλλά θα σου αφήσει την κάπα και την κλίτσα. Έτσι και μπει εφοριακός στην επιχείρηση… «κλάψε με, μάνα, κλάψε με!»… Δε σου φτάνει ούτε η στάνη του Μαλαμούλη και του Ντεληδήμου μαζί. Ο παροιμιώδης στίχος «Στου Ντεληδήμου το μαντρί ούτε γάλα ούτε τυρί», που είναι ιδιαίτερα γνωστός στα αγραφιώτικα χωριά, βρίσκει την εξήγησή του. Κάποιος εφοριακός πέρασε κι από εκεί. Τα υπόλοιπα τα αντιλαμβάνεστε… Αυτό λέει η παράδοση και για να μην πάω κόντρα στην παράδοση, σταματώ στο 99 προληπτικά (μην πάθω σαν τον λύκο) και για άλλους λόγους, τους οποίους δε χρειάζεται να αναφέρω, ως ασήμαντους ή εντελώς αδιάφορους. Ωστόσο, δυο απ’ αυτούς δεν τους γλυτώνετε. Υπομονή!... Αντέξατε τόσα Καφενεία, το τελευταίο θα σας πέσει βάρος; Την απόφαση να σταματήσω στο 99ο την ενίσχυσε και το εκπληκτικό κείμενο του Χόρχε Μπουκάι «Ο κύκλος του 99», από το βιβλίο του: «Να σου πω μια Ιστορία». Γι’ αυτό και σας το σερβίρω, ως συνοδευτικό, με τον τελευταίο... καφέ. Παράκληση να το διαβάσετε οπωσδήποτε… (για να μην το επιβάλω υποχρεωτικά). Επίσης, όταν είδα τον Φορτούνη να σηκώνει ευρωπαϊκό κύπελλο στα 99 χρόνια του Ολυμπιακού, σκέφτηκα ότι ήρθε η ώρα στον σημαδιακό αυτόν αριθμό να σηκώσω κι εγώ τα μπρίκια μου και να τα κρεμάσω στον τοίχο, κλείνοντας οριστικά το κατάστημα και το κεφάλαιο ως καφετζής… Μόνη μου φιλοδοξία πια, να γίνω πρόεδρος του δικτύου κλειστών καφενείων ή κάποιου άλλου δικτύου… (τόσα δίκτυα αμπελοφιλοσοφίας υπάρχουν στην επικράτεια, τα οποία αναζητούν προέδρους…).
Αυτό, λοιπόν, είναι το τελευταίο Καφενείο… Καταλαβαίνετε τη συναισθηματική φόρτιση του καφετζή, στη διαδικασία να πάρει την απόφαση να κλείσει αυτό το μαγαζί. Γι’ αυτό άργησα πολύ να το μαστορέψω. Εκτός αυτού, ήθελα και να κάνω μια έρευνα αγοράς (ποιας αγοράς; Λέμε, τώρα…), για να αποφασίσω τι θα κάνω μελλοντικά την επιχείρηση και με τι θα ασχοληθώ, αφού εμένα και τα άτομα της ηλικίας μου μάς απασχολεί έντονα τι θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε… Ο επαγγελματικός προσανατολισμός δυσκολεύει σήμερα σε ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον, όπου υποστηρίζεται πως οι άνθρωποι θα αλλάξουν πολλές δουλειές στον εργασιακό τους βίο. Ξαναγυρνάμε, δηλαδή, στα χρόνια του Καραγκιόζη, ο οποίος άλλαζε συνεχώς δουλειές σαν τα πουκάμισα, αλλά ποτέ δεν είχε να αλλάξει πουκάμισο. Θυμάστε; «Ο Καραγκιόζης γιατρός», «Ο Καραγκιόζης ψαράς», «Ο Καραγκιόζης φούρναρης», «Ο Καραγκιόζης δήμαρχος» (γι’ αυτό και πολλοί δήμαρχοι είναι… καραγκιόζηδες). Κάπως έτσι, θα επιτυγχάνεται πολύ εύκολα, ώστε να βρίσκεται ο ακατάλληλος άνθρωπος στην ακατάλληλη θέση… Πουθενά δεν κατέληξα ακόμη, αν και πέρασαν πολλές ιδέες από το μυαλό μου: Να το κάνω Πεταλωτήριον. Πολλά γαϊδούρια κυκλοφορούν ξεκαλίγωτα. Κάπως θα βγάζω το μεροκάματο, αν εργαστώ με γαϊδουρινή υπομονή. Να ανοίξω Εμποροραφείον. Πάντα έχω ράμματα για πολλών τις γούνες, προπαντός για εκείνους που έχουν τη δυνατότητα ν’ αγοράζουν γούνες. Να το μετατρέψω σε Κουρείον. Δεν έχω εμπειρία μπαρμπέρη, αλλά με τις νέες τάσεις της μόδας πιστεύω να ανταποκριθώ εύκολα, αφού ξέρω εκ νεότητός μου να κουρεύω γίδια, με ειδίκευση στα τραγιά γκεσέμια. Να το διαθέσω για Απογευματινό Χειρουργείο. Όμως, σκέφτηκα ότι αυτό είναι ιδέα του Άδωνη και οι ιδέες του Αδώνιδος πρέπει να απορρίπτονται ακόμη και πριν τις διατυπώσει. Να το ενοικιάσω για εγκατάσταση Υπουργείου. Τόσα υπουργεία είναι καφενεία, ας γίνει κι ένα καφενείο υπουργείο. Ωστόσο, αυτή η ιδέα υποχώρησε αμέσως, γιατί αν δεν είσαι του κυβερνώντος κόμματος, μην ελπίζεις να πάρεις οποιοδήποτε μίσθωμα. Προηγούνται πάντοτε και σε κάθε περίπτωση «τα δικά μας παιδιά». Η αναζήτηση συνεχίζεται… Βοηθήστε κι εσείς τον καφετζή με τις δικές σας προτάσεις, για να μην αναγκαστεί να ζει στο εξής μόνο με τα επιμίσθια του δημοσίου (και χωρίς δικαίωμα γνώμης), που έλεγε κι ένας παλιός φίλος. Όμως, ας αφήσουμε τα μισθώματα και τα επιμίσθια, διότι ακόμη χειρότερα και μεγαλύτερος είναι ο φόβος μου, μην καταντήσει τελικά και το Καφενείο μου να γίνει Ινστιτούτο, σαν των απόστρατων πρωθυπουργών τα ινστιτούτα… Προς Κυριάκον Ούρσουλας επιστολή Μπορεί να κλείνω το Καφενείο, αλλά αυτό δε με εμποδίζει να ανοίξω ένα παλιό θέμα, μιας και έπεσε πρόσφατα στα χέρια μου η απαντητική επιστολή της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν προς τον πρωθυπουργό μας. Θυμάστε, υποθέτω, ότι ο Μητσοτάκης έστειλε πριν τις ευρωεκλογές τη δική του (ανοιχτή για ευνόητους λόγους) επιστολή, εκφράζοντας την ανησυχία του για την ακρίβεια. Σήμερα και σε παγκόσμια αποκλειστικότητα έχουμε την απάντηση της Ούρσουλας: «Αγαπητέ Κυριάκο Έλαβα την επιστολή σου και παραξενεύτηκα με τον τρόπο που επέλεξες να επικοινωνήσουμε, επειδή μιλάμε πολύ συχνά στο τηλέφωνο. Είδα να μου γράφεις να στριμώξουμε τις πολυεθνικές για τον περιορισμό της ακρίβειας. Πώς είναι δυνατόν, σκέφτηκα, να πάμε κόντρα στις πολυεθνικές, αφού απ’ αυτές παίρνουμε εντολές κι αυτές υπηρετούμε. Μετά την αρχική μου έκπληξη, κατάλαβα ότι την έστειλες για προεκλογικό ξεκάρφωμα και ως στάχτη στα μάτια του λαού. Όμως, δυστυχώς, σε κατάλαβαν και οι συμπολίτες σου, γιατί με τις τιμές που τους έλεγες για το τυρί, δεν μπορούσαν να αγοράσουν ούτε κλοτσοτύρι. Τα αποτελέσματά σου τα είδες. Ελπίζω να εμπέδωσες πια ότι στο εξής η αυτοδυναμία σου καθίσταται αδύνατη και κάνε τα κουμάντα σου, μην ιδρύσεις σύντομα κι εσύ το δικό σου ινστιτούτο. Δε σου απάντησα αμέσως, περίμενα να τελειώσουν οι εκλογές, για να δω και τα χαΐρια σου. Εκτός αυτού, είχα πολλές δουλειές τότε, έφκιανα και τους τραχανάδες μου και τους είχα απλωμένους να στεγνώσουν, πού να βρεθεί χρόνος για επιστολές… Βέβαια, είχα ήδη αποφασίσει να σου απαντήσω κι εγώ γραπτώς και στο εξής με αυτόν τον τρόπο θα ανταλλάσσουμε απόψεις, διότι στην Ελλάδα εκτός από κλοπές κάνετε και τηλεφωνικές υποκλοπές και δεν έχω καμιά διάθεση να μπλέξω σε τίποτε περίεργες ιστορίες και περιπέτειες. Γι’ αυτό μόλις διαβάσεις το γράμμα μου, φρόντισε να το εξαφανίσεις (να το κάψεις ή να το φας για σιγουριά), μην πέσει στα χέρια κανενός ευρωσκεπτικιστή ή κομμουνιστή και γίνουμε διεθνώς ρεζίλι. Υπάρχει και μεγαλύτερος κίνδυνος: να βρεθεί σ’ εκείνον τον Βελόπουλο που έχει μανία με τις επιστολές. Τρέμω στην ιδέα να πουλάει και τη δική μου επιστολή, ως περιτύλιγμα με τις κεραλοιφές του. Σχετικά με την αντιμετώπιση της ακρίβειας, μία είναι η λύση: ο τραχανάς!... Προσπάθησε να πείσεις τους Έλληνες να ξαναγυρίσουν στον τραχανά. Να κάνουν την αντίσταση του τραχανά!... Αν επί δυο μήνες αποφασίσουν να τρώνε μόνο τραχανά (ξινό ή γλυκό δεν έχει σημασία) θα δεις τα καρτέλ να σπάνε και να ρίχνουν τις τιμές από τον πανικό τους, το χαβιάρι να γίνεται φτηνότερο κι απ’ το κατίκι Δομοκού… Λυπάμαι που δεν μπορώ να σε βοηθήσω άλλο… Καλό κουράγιο και καλά ξεμπερδέματα! Ούρσουλα». Έτσι είναι… Είναι έτσι; «Πολιτική είναι η ικανότητα να παρουσιάζεις σήμερα τι θα γίνει αύριο και να εξηγείς αύριο γιατί δεν έγινε» έλεγε ο Τσώρτσιλ. «Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν τον κόσμο κυβερνούν κάποιοι έξυπνοι που μας δουλεύουν ή κάποιοι ηλίθιοι που μιλάνε σοβαρά» σημείωνε ο Καναδός συγγραφέας Λώρενς Πήτερ. Τι να σου πει μετά ένας καφετζής για την πολιτική και τους πολιτικούς; Είναι ή δεν είναι έτσι; Εκείνο που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι τούτο: δεν ξέρω αν τα φάγαμε μαζί (που έλεγε κι ο Πάγκαλος), ξέρω, όμως, ότι μαζί τούς ψηφίζουμε… Ας προσέχουμε ποιους ψηφίζουμε!... Μην ενοχλείτε! Ελπίδα να περιοριστεί η ακρίβεια απ’ την εφαρμοζόμενη πολιτική δεν υπάρχει. Ειδικά τώρα, που οι πολιτικοί μας αλλά και της Ευρώπης οι πολιτικοί τραμπαλίζονται (το ρήμα τραμπαλίζομαι παράγεται από τον Τραμπ), προσπαθώντας με κάθε τρόπο να ισορροπήσουν και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα του νέου πλανητάρχη. Είμαστε για τα καλά στο: «Τράμπα τραμπαλίζομαι, πέφτω και τσακίζομαι…». Ευτυχώς, στις δύσκολες συνθήκες που διάγουμε, υπάρχουν οι ισχυρές ή πανίσχυρες εταιρείες που νοιάζονται για εμάς. Κόβουν και ράβουν (για εμάς είπαμε) πακέτα, προσφορές και ειδικά προγράμματα. Γυρίζεις το μεσημέρι στο σπίτι, κάθεσαι να φας σαν άνθρωπος, να τεντώσεις λίγο την αρίδα σου ή να πάρεις κι έναν υπνάκο, αλλά δε γίνεται. Σε πλακώνουν στα τηλέφωνα. Ντριν… ντριν… ντριν, διάολε, ντριν… ─ Είμαστε από μια εταιρεία… ─ Κι εμείς είμαστε από το Μαρκελέσι, αλλά δεν το κάνουμε θέμα. ─ Είμαστε από μια εταιρεία, κύριε και έχουμε για εσάς… ─ Παντόφλες έχετε; ─ Παντόφλες, όχι. Πώς σας ήρθε αυτό; ─ Να, μόλις γύρισα απ’ τη δουλειά μου και λέω, αν μου επιτρέπετε, να βγάλω τα παπούτσια μου και να βάλω τα πόδια μου σε μια λεκάνη με νερό. Μετά χρειάζομαι παντόφλες, καταλάβατε; ─ Κύριε, η δική μας εταιρεία σας δίνει απεριόριστο χρόνο ομιλίας; ─ Και ποιος σου είπε, ορέ, ότι εγώ έχω απεριόριστο χρόνο να μπαμπαλίζω; ─ Δεν είστε συνεργάσιμος, αλλά εσείς θα χάσετε. Θα σας δίναμε και μια γαλοπούλα τα Χριστούγεννα… ─ Καλά, μη στεναχωριέσαι τόσο που θα χάσω. Σε κλείνω, γιατί έχω κι ένα πρόβειο κοντοσούβλι, μόλις βγήκε και δε θέλω να κρυώσει. Μη χάσω και το κοντοσούβλι!... Δεν είσαι στο σπίτι; Σε βρίσκουν στο κινητό. Πουθενά δε γλυτώνεις… ─ Καλημέρα σας! Πού σας βρίσκουμε; ─ Γιατί μ’ είχιταν χαμένου κι μ’ έψαχνιταν; Είμι απάν’ σ’ έναν έλατου κι βγάνου λίγου ’ξο για τα μανάρια μ’. Τι μι θέλιτι; ─ Κάνουμε μια δημοσκόπηση και θέλουμε τη γνώμη σας. Θέλουμε να απαντήσετε σε τριάντα περίπου ερωτήσεις, για να βοηθήσετε την έρευνά μας; ─ Τι λες, κουπέλα μ’; Τριάντα ιρουτήσεις ισύ κι ιγώ απάν’ στουν έλατου; Γράψι για να τιλειώνουμι: βγάνου ’ξο, βγάνου ’ξο, ξέρου κι δεν απαντώ… Πότε θα βγει μια τηλεφωνική συσκευή που θα απαντά αυτόματα «μην ενοχλείτε» στις ακατάλληλες ώρες; Ώρα συγγνώμης Κλείνοντας το Καφενείο, θεωρώ πως ήρθε και η ώρα της συγγνώμης. Η σάτιρα έχει πολλές φορές το στοιχείο της υπερβολής και χωρίς να το καταλάβεις, μπορείς να ξεπεράσεις τα ανεκτά όρια. Για όλες αυτές τις πιθανές αστοχίες μου, θέλω να ζητήσω μια ειλικρινή συγγνώμη απ’ όλους. Γνωρίζω ότι υπάρχουν και κάποιοι που ενοχλήθηκαν από τα κείμενά μου. Λυπάμαι, δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι’ αυτούς. Άλλωστε, για να ενοχλούνται τα έγραφα. Και για να αλλάζουν συμπεριφορές… Ευχαριστήρια Αυτή την ώρα, επίσης, θέλω να εκφράσω και τις θερμότερες ευχαριστίες μου προς όλους τους αναγνώστες μου. Ευχαριστώ για την αποδοχή τους, ευχαριστώ για την κατανόησή τους. Είναι αυτοί που έδωσαν την όποια αξία έχουν αυτά τα κείμενα των 99 Καφενείων. Είναι αυτοί που με ενίσχυαν στην προσπάθειά μου με τον τρόπο τους. Είναι αυτοί για τους οποίους με πολύ σεβασμό και αίσθημα ευθύνης έγραφα. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω και απευθύνω, σε όλες εκείνες τις ιστοσελίδες που φιλοξένησαν και έκαναν ευρύτερα γνωστά τα γραπτά μου και σε όλους εκείνους που τα κοινοποίησαν με οποιονδήποτε τρόπο. Τέλος διαδρομής Έφτασε το τέλος αυτής της διαδρομής. Γράφοντας τις τελευταίες λέξεις του Τελευταίου Καφενείου, νομίζω ήρθε η στιγμή να αποκαλύψω ότι όλη αυτή την προσπάθεια επέβαλε ως ανάγκη παρέμβασης η θλιβερή διαπίστωση του Γ. Σεφέρη: «Να νοσταλγείς τον τόπο σου ζώντας στον τόπο σου, τίποτα δεν είναι πιο πικρό». Γι’ αυτό είναι και η δεύτερη φορά που τη σημειώνω. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο έντονη και οδυνηρή γίνεται αυτή η διαπίστωση. Ίσως, γιατί κι οι μέρες μας περνούν, φεύγουν και δεν ξανάρχονται ποτέ… Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια μού χάρισε ένα όμορφο ταξίδι. Το ίδιο όμορφο με τις εικόνες που χαρίζουν πάντοτε στις πορείες μου τα αγαπημένα αγραφιώτικα βουνά… Έτσι θέλω να κλείσω και το Καφενείο μου. Με μια εικόνα από τη γενέθλια γη μου, την Αργιθέα, σε ώρα εσπερινή… 21/11/2024 Τ Ε Λ Ο Σ

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2024

Θαύμα στον πολυδιαφημισμένο "Νέο παραλιακό" δρόμο: Δένδρος- Λαγκαδάκια- Σταυρός!!!

✅ Ο 2 χιλιομέτρων δρόμος, για τον οποίο ο δήμος επιστράτευσε και ντρόουν για να τον διαφημίσει και να τον παρουσιάσει ως μέγα έργο αντί να ζητήσει έστω και μια συγγνώμη για την καθυστέρηση (πέντε παρατάσεις δόθηκαν), απεναντίας προσπάθησε να το παρουσιάσει ως μέγα αναπτυξιακό έργο για την περιοχή! Και βέβαια είναι θετικό που ασφαλτοστρώθηκε ένας δρόμος που ήταν αίτημα των κατοίκων της περιοχής εδώ και είκοσι χρόνια!
✅ Όμως από το πρωινό οδοιπορικό του Σαββάτου που κάναμε στην περιοχή εντοπίστηκαν πολλές κακοτεχνίες στο δρόμο αλλά και επιλεκτικές ασφαλτοστρώσεις σε μερικές ρούγες! Εκεί, όμως, που έπρεπε να πέσει και ήταν απαραίτητο δεν έπεσε ούτε μέτρο ασφάλτου: ούτε στη ράχη που οδηγεί στα πέντε σπίτια ούτε στον Τσιατσιαναίικο μαχαλά (ίσως να μην μπερδεύει τον κόσμο, αν και οι κάτοικοι πρόβλεψαν και έβαλαν πινακίδα Αδιέξοδο). Όσο για τις τεχνικές λεπτομέρειες, μηχανικός δεν είμαι, οι μηχανικοί γνωρίζουν και υπογράφουν... ✅ Δεν πέρασαν 15 μέρες από το πρώτο ψιλόβροχο και φάνηκαν οι πρώτες ατέλειες και οι λακκούβες! Η εταιρεία κατασκευής ίσως σκέφτηκε και για τα ζωντανά της περιοχής: ήδη στη νέα άσφαλτο ( όπως φαίνεται και στη φωτό) έπιασε γρασίδι! Αυτό κι αν είναι θαύμα.(η φύση φρόντισε σε 15 μέρες να πρασινίσει ο μαύρος δρόμος, όπως τον χαρακτήρισε η δημοτική αρχή! https://www.facebook.com/share/v/RT6tkJEBrz2mZeFp/) ✅ Τέλος από το Σταυρό ως τη διασταύρωση για τα Τσιατσιαναίικα τα νερά δεν έχουν καμία διέξοδο, ούτε ένα τεχνικό. Προβλέπω, προφήτης δε θέλω να γίνω, ότι το χειμώνα με τις βροχές η άσφαλτος μπορεί να φτάσει ως τα Τσιατσιαναίικα και ίσως έτσι αποκτήσουν και αυτοί άσφαλτο!!! Στα εγκαίνια του δρόμου καλό θα ήταν να καλέστε και την αντιπολίτευση! Κούτσικος Κωνσταντίνος Δημοτικός Σύμβουλος Αργιθέας της Αντιπολίτευσης Μαζί για την Αργιθέα

Μέλη του νεοσύστατου Πολιτιστικού και Φυσιολατρικού Συλλόγου Βραγκιανών Αργιθέας, "το αγνάντι", συναντήθηκαν σήμερα με το Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Καρδίτσας

Μέλη του νεοσύστατου Πολιτιστικού και Φυσιολατρικού Συλλόγου Βραγκιανών Αργιθέας, "το αγνάντι", συναντήθηκαν σήμερα με το Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Καρδίτσας, Κωνσταντίνο Τέλιο στην Περιφερειακή Ενότητα Καρδίτσας.
Η συνάντηση έγινε σε πολύ καλό κλίμα και η συζήτηση επικεντρώθηκε πάνω στα πολιτιστικά δρώμενα της περιοχής μας και όχι μόνο. Μας τόνισε: Ο δρόμος Βραγκιανά Φελίκι έχει δρομολογηθεί. Από την πλευρά μας τονίσαμε να επισπεύσει τον καθαρισμό του δρόμου Γέφυρα Κοράκου έως το Αργύρι. Στη συνάντηση παραβρέθηκαν ο Πρόεδρος του Συλλόγου Βραγκιανών Αργιθέας Κοσιλός Κωνσταντίνος, ο Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Κωνσταντίνος Χαντζής, ο Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου Κούτσικος Γεώργιος καθώς και το μέλος της εξελεγκτικής μας επιτροπής και Δημοτικός Σύμβουλος Αργιθέας, Κούτσικος Κωνσταντίνος.